24
I I . ΟΙ ΠΟΙΚΙΛΙ ΕΣ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ
Αποτελεσματικότερη γλώσσα
«Κάθε τόπος και ζακόνι, κάθε μαχαλάς και τάξη» (ζακόνι=έθιμο, συνήθεια και μαχαλάς=γειτονιά),
λέει μια παροιμία και υπονοεί ότι η κοινωνία δεν είναι ομοιογενής και ομοιόμορφη, αλλά
διαφοροποιημένη σε πολλαπλά επίπεδα, είτε στον γεωγραφικό άξονα είτε στον κοινωνικό.
Αυτή η διαφοροποίηση, όπως είναι φυσικό, αντανακλάται και στη γλώσσα, αφού η γλώσσα
είναι κοινωνικό προϊόν. Συνεπώς, η γλώσσα είναι πολύμορφη και πολύπλοκη, όπως η γλωσσική
κοινότητα που τη μιλάει. Και αυτή η πολυμορφία δεν διασπά ούτε υποβαθμίζει τη γλώσσα.
Αντίθετα μάλιστα, μέσα από τη διαφορετικότητα των στοιχείων της, η γλώσσα αποκτά αρμονία
και πληρότητα.
Έτσι, σε μία γλωσσική κοινότητα διαφορετικές ομάδες ομιλητών χρησιμοποιούν διαφορετικές
γλωσσικές ποικιλίες/διαλέκτους με κριτήριο είτε τη
γεωγραφική καταγωγή
, οπότε διακρίνουμε
τις
γεωγραφικές ποικιλίες/διαλέκτους (οριζόντια κατάταξη),
είτε την
κοινωνική συμπεριφορά
του ομιλητή, δηλαδή
κοινωνικές γλωσσικές ποικιλίες/διάλεκτοι (κάθετη κατάταξη).
Στις
κοινωνικές ποικιλίες εντάσσονται τα
ποικίλα είδη κειμένων
και οι
ειδικές γλώσσες.
Γεωγραφικές
και κοινωνικές γλωσσικές ποικιλίες αποτελούν και τροφοδοτούν την
εθνική μας γλώσσα.
1. Γεωγραφικές γλωσσικές ποικιλίες
Οριζόντια διαίρεση: ιδίωμα, διάλεκτος, ιδιωματισμός, ιδιωτισμός
Στη γλωσσική επιστήμη γίνεται ειδικότερη διάκριση ανάμεσα στη
διάλεκτο
και στο
ιδίωμα
.
Διάλεκτοι
(π.χ. κυπριακά, καππαδοκικά, ποντιακά, κατωιταλικά) χαρακτηρίζονται οι γλωσσικές
ποικιλίες που μιλιούνται σε μεγαλύτερη γεωγραφική έκταση ή έχουν έντονη διαφοροποίηση
από την Κοινή Νεοελληνική.
Ιδιώματα
(π.χ. το ιδίωμα της Μάνης, τα δωδεκανησιακά ιδιώματα)
ονομάζονται μικρότερης έκτασης τοπικές ποικιλίες, χωρίς μεγάλες διαφορές από την Κοινή. Όλα
μαζί τα ιδιώματα και οι διάλεκτοι αποτελούν τη
Νεοελληνική γλώσσα
.
Ιδιωματισμός
είναι το γλωσσικό φαινόμενο που εμφανίζεται σε τοπικές γλώσσες (ιδιώματα
ή διαλέκτους), αλλά δεν συνηθίζεται ή είναι άγνωστο στην κοινή μορφή μιας γλώσσας. Για
παράδειγμα,
σκαρβελώνω
(
αντί: σκαρφαλώνω
),
κένωσε το πιάτο (= άδειασε), με δίνει (αντί:
μου δίνει. Η χρήση του «με» αντί του «μου» αποτελεί χαρακτηριστικό των βόρειων ιδιωμάτων),
μπαλωθιά (τουφεκιά, στην Κρήτη).
1...,14,15,16,17,18,19,20,21,22,23 25,26,27,28,29,30,31,32,33,34,...192