114
Το
δοκίμιο
, στο βαθμό που συνδυάζει την εγγενή οικειότητά του με έναν τόνο εξομολογητικό και
υποκειμενικό, απαλλαγμένο από οποιαδήποτε διάθεση καθοδήγησης (μέσω της χρήσης λέξεων
όπως: νομίζω, έχω την αίσθηση, πιστεύω κ.λπ.), μπορεί να δώσει στον αναγνώστη την αίσθηση
της ζωντανής συνομιλίας μαζί του. Ο δοκιμιογράφος Π. Χάρης γράφει σε κάποιο δοκίμιό του
(«Υπάρχουν θεοί»): «Κλείνω στις σελίδες αυτές μια συζήτηση που, χρόνια τώρα, κάνω με τον
εαυτό μου, και καλώ τον αναγνώστη να προσθέσει τις δικές του απορίες, τις δικές του αναζητήσεις
και τα δικά του συμπεράσματα… Αυτή άλλωστε η συνομιλία και αυτή η συνεργασία θαρρώ πως
είναι το κέντρο του κριτικού και μαζί λογοτεχνικού λόγου, που συνηθίσαμε να τον ονομάζουμε
δοκίμιο».
Τα όρια, λοιπόν, ανάμεσα στο δοκίμιο και την ομιλία/συνομιλία δεν είναι πάντα ευδιάκριτα. Μια
ομιλία είναι πιθανό να «μετεξελιχθεί» σε δοκιμιακό κείμενο. Διατηρεί, δηλαδή, την τυπική μορφή,
αναφέρεται στην περίσταση εκφώνησής της, αλλά επεκτείνεται σε γενικότερες διαπιστώσεις.
Το δοκίμιο μπορεί να λειτουργήσει και σαν πρόσκληση σε συνομιλία και συνεργασία με τον
αναγνώστη, κυριολεκτικά ή μεταφορικά. Το δοκίμιο μπορεί να έχει τον κουβεντιαστό τόνο μιας
συζήτησης ή την προφορική αμεσότητα μιας ομιλίας, μπορεί, όμως, να είναι μια προσχεδιασμένη
νοερή συζήτηση με τον αναγνώστη.
Γιώργος Σεφέρης: «Η ομιλία στη Στοκχόλμη κατά την απονομή του Νόμπελ Λογοτεχνίας» 11
Δεκεμβρίου 1963
Τούτη την ώρα αισθάνομαι πως είμαι ο ίδιος μια αντίφαση. Αλήθεια, η Σουηδική
Ακαδημία έκρινε πως η προσπάθειά μου σε μια γλώσσα περιλάλητη επί αιώνες, αλλά
στην παρούσα μορφή της περιορισμένη, άξιζε αυτή την υψηλή διάκριση. Θέλησε να
τιμήσει τη γλώσσα μου και να, εκφράζω τώρα τις ευχαριστίες μου σε ξένη γλώσσα.
Σας παρακαλώ να μου δώσετε τη συγγνώμη που ζητώ πρώτα πρώτα από τον εαυτό
μου.
Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήριο στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο
αγαθό παρά τον αγώνα του λαού του, τη θάλασσα και το φως του ήλιου. Είναι μικρός
ο τόπος μας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγμα που τη χαρακτηρίζει
είναι ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή. Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να
μιλιέται. Δέχθηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει
κανένα χάσμα. Άλλο χαρακτηριστικό αυτής της παράδοσης είναι η αγάπη της για την
ανθρωπιά · κανόνας της είναι η δικαιοσύνη. Στην αρχαία τραγωδία, την οργανωμένη
με τόσο ακρίβεια, ο άνθρωπος που ξεπερνά το μέτρο πρέπει να τιμωρηθεί από τις
Ερινύες. Ο ίδιος νόμος ισχύει και όταν ακόμη πρόκειται για φυσικά φαινόμενα:
«Ήλιος ουχ υπερβήσεται μέτρα», λέει ο Ηράκλειτος, «ει δε μη, Ερινύες μιν Δίκης
I...,104,105,106,107,108,109,110,111,112,113 115,116,117,118,119,120,121,122,123,124,...192