105
όπως ομιλία και σκέψη.
Οι παραβολές είναι κάτι σαν τους διδακτικούς μύθους μόνο που εδώ οι ήρωες είναι πάντα
άνθρωποι. Η Καινή Διαθήκη περιέχει πολλές παραβολές, όπως η «παραβολή του Ασώτου»,
η παραβολή του καλού Σαμαρείτη, των μωρών παρθένων.
Ηλέξη“αλληγορία”σημαίνει κυριολεκτικά «μιλώνταςμεάλλοτρόπο».Ογενικότεροςορισμός
είναι «να μιλήσει μεταφορικά. Ο Χριστιανισμός έκανε, επίσης, χρήση των αλληγορικών
κειμένων, για να δηλώσει ένα σύστημα ηθών και αξιών.
Η Αλληγορία εμφανίζεται επίσης έντονα στη διάρκεια του Μεσαίωνα με τις μορφές της
πεζογραφίας, προφορικών αφηγήσεων, σε, θεατρικά έργα και στην εικαστική τέχνη. Κάπως
έτσι ερμηνεύτηκαν και συγχωνεύτηκαν οι παραδόσεις του αρχαίου κόσμου σε σχέση με τον
κόσμο του Μεσαίωνα. Πότε, όμως ,συναντάμε ως λογοτεχνικό είδος την αλληγορία; Το 400
μ.Χ., όταν ο φιλόσοφος Προυντέντιος, έγραψε την «Ψυχομαχία» ονομάστηκε επίσημα το
βιβλίο αυτό ως προς το είδος του «αλληγορία». Άλλα λογοτεχνικά είδη είναι η νουβέλα, το
διήγημα, το χρονογράφημα, το έπος κλπ.
ΣΧΗΜΑΤΑ ΛΟΓΟΥ
ΠΛΟΥΤΙΖΩ ΤΟ ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ ΜΟΥ
- Χρήσιμες φράσεις:
ΟΙ ΠΟΛΛΕΣ ΣΗΜΑΣΙΕΣ ΤΗΣ ΛΕΞΗΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑ
Μεταφορά:
Η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του μεταφέρω.
1.
(ιδ. για υλικό αντικ.) μετακίνηση έτσι ώστε να βρεθεί
σε άλλο σημείο του χώρου, συνήθ. σχετικά απομακρυσμένο: ~ επιβατών και εμπορευμάτων.~
με όχημα / με πλοίο / με αεροπλάνο / με ζώο. ~ υγρών / αερίων με ειδικούς αγωγούς. || (πληθ.)
κλάδος της οικονομικής δραστηριότητας που αφορά τη μεταφορά προσώπων και αγαθών: Xερσαίες
/ θαλάσσιες / εναέριες μεταφορές. Yπουργείο / εταιρεία μεταφορών. Mαζικά μέσα μεταφορών,
για λεωφορεία, τρένα κτλ.
2.
(ιδ. για μη υλικό αντικ.)
α.
μετακίνηση σε κάποιο άλλο σημείο: ~
ερεθισμάτων στον εγκέφαλο. ~ ηλεκτρικού ρεύματος.
β.
για είδηση, πληροφορία κ.λπ. ανακοίνωση,
γνωστοποίηση. γ1. απόδοση σε άλλη γλωσσική μορφή προφορικού ή γραπτού λόγου. γ2. απόδοση
σε άλλη γλώσσα προφορικού ή γραπτού λόγου: ~ ενός κειμένου / ενός βιβλίου από τα αγγλικά στα
ελληνικά.
δ.
διασκευή λογοτεχνικού έργου για την τηλεόραση, τον κινηματογράφο ή το θέατρο.
ε.
αναπαραγωγή σε διαφορετικές συνθήκες: ~ ενός σχεδίου από το χαρτί στο ύφασμα.
στ.
(για
νόμιμο δικαίωμα ή υποχρέωση) ένταξη σε άλλο σύνολο: ~ μαθήματος στο επόμενο έτος σπουδών
/ εκλογικών δικαιωμάτων σε άλλο δήμο. || (λογιστ.): ~ κονδυλίων / εγγραφών. Εις μεταφοράν. Εκ
μεταφοράς.
Η μεταφορά ως Σχήμα Λόγου
(γραμμ.) Σχήμα Λόγου, κατά το οποίο η σημασία μιας λέξης επεκτείνεται αναλογικά και σε άλλες
συγγενικές λέξεις, που συμβαίνει να έχουν κάποια μικρή ή μεγάλη ομοιότητα με αυτήν: Στην έκφραση
“κρυστάλλινη λογική”
υπάρχει μεταφορά.
συνεκδοχή
η [sinekδoxí]: (γραμμ.) σχήμα λόγου κατά το οποίο μια λέξη χρησιμοποιείται με τη
στενότερη ή την ευρύτερη σημασία της, δηλαδή το ένα αντί για τα πολλά, το μέρος αντί για το όλο ή
αντίστροφα, η ύλη αντί για το αντικείμενο που έχει γίνει από αυτή και εκείνο που παράγει αντί για
εκείνο που παράγεται από αυτό, π.χ. «Kάθε κλαδί και κλέφτης», κάθε δέντρο.
[λόγ. < ελνστ. συνεκδοχή]
ειρωνεία
η [ironía] σχήμα λόγου κατά το οποίο ένας ομιλητής χρησιμοποιεί λέξεις ή φράσεις με
I...,95,96,97,98,99,100,101,102,103,104 106,107,108,109,110,111,112