148
Μεγάλο Σάββατο
Η μέρα είναι φωτεινή και ζεστή. Η εκκλησία
μοσχοβολά. Ο ιερέας σκορπίζει φύλλα δάφνης
και ψάλλει: «Ο Χριστός θα αναστηθεί».
-Τι καλά! Λέει η Σοφούλα και πιάνει μερικά
φύλλα. Ο μικρός της αδερφός χαμογελά. Όλοι
είναι χαρούμενοι. Περιμένουν την Ανάσταση.
Από νωρίς η Σοφούλα και ο αδερφός της έχουν
ετοιμάσει τις λαμπάδες τους. Μόλις ο ιερέας
ψάλλει από την Ωραία Πύλη: «Δεύτε λάβετε
φως!» τρέχουν και τις ανάβουν.
-Ξέρεις, Σοφούλα, γιατί απόψε η εκκλησία είναι
ολόφωτη; ρωτάει η γιαγιά.
-Ξέρω, γιαγιά. Όταν πήγαν οι Μυροφόρες στον
τάφο του Χριστού, τον βρήκαν ανοιχτό. Ένας
άγγελος τους είπε: «Τον Χριστό ζητάτε; Δεν
είναι εδώ, αναστήθηκε!», απαντάει η μικρή με
περηφάνια.
-Μπράβο, Σοφία μου, λέει η γιαγιά.
Βγαίνουν όλοι στην αυλή της εκκλησίας. Εκεί
ακούνε τον ιερέα να ψάλλει με δυνατή φωνή:
«Χριστός Ανέστη εκ νεκρών».
-Χριστός Ανέστη, γιαγιά, λέει κι η Σοφούλα.
-Αληθώς Ανέστη, μικρούλα μου, απαντά η γιαγιά και την παίρνει στην αγκαλιά της.
Το Μεγάλο Σάββατο
William-Adolphe Bouguereau -
Pieta, 1876,
Μουσείο Λούβρου
(λεπτομέρεια)
Carl Heinrich Bloch -
Η ταφή του Χριστού,
(1834-1890)
1...,138,139,140,141,142,143,144,145,146,147 149,150,151,152